Ελληνική τσιμεντοβιομηχανία

Παρούσα κατάσταση

Η βιομηχανία παραγωγής τσιμέντου, η οποία είναι μια αμιγώς μεταλλευτική-μεταλλουργική δραστηριότητα, είναι ίσως η σπουδαιότερη βιομηχανική δραστηριότητα στην Ελλάδα με μεγάλες εξαγωγικές δυνατότητες και πολύ μεγάλη συμβολή στην εθνική οικονομία. Είναι η παλαιότερη ελληνική βιομηχανική δραστηριότητα, η οποία ξεκίνησε στις αρχές του 20ου αιώνα (1902 το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου στην Ελευσίνα της εταιρείας ΤΙΤΑΝ Α.Ε.). Το μεγάλο της πλεονέκτημα είναι η αφθονία στην Ελλάδα ασβεστολιθικού υλικού που είναι η κυριότερη πρώτη ύλη στην παραγωγή τσιμέντου και αδρανών υλικών. Έχει άμεση σχέση με την παραγωγή σκυροδέματος που είναι το κυριότερο δομικό υλικό στην Ελλάδα, η οποία εμφανίζει μεγάλη σεισμικότητα και έχει ανάγκη από ανθεκτικές κατασκευές σε κατοικίες και σε έργα κοινής ωφέλειας (δημόσια κτίρια, έργα υποδομής κλπ.).

Μέχρι την έναρξη της οικονομικής κρίσης, ο κλάδος (τσιμεντοβιομηχανία, παραγωγή σκυροδέματος και οικοδομική δραστηριότητα) ήταν ο δυναμικότερος στην ελληνική οικονομία με μεγάλο αριθμό απασχολούμενων. Παρόλα αυτά, η τσιμεντοβιομηχανία ακόμη και σήμερα διατηρεί τη δυναμική της, λόγω της εξωστρέφειας και της διεθνούς παρουσίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή τσιμέντου.

 

Εργοστάσια τσιμέντου

1Σχήμα 1. Κατανομή ελληνικών εργοστασίων παραγωγής τσιμέντου.

Οκτώ (-8-) στην Ελλάδα και δέκα (-10-) της εταιρείας ΤΙΤΑΝ Α.Ε. στο εξωτερικό

  1. ΤΙΤΑΝ τέσσερα (-4-) στην Ελλάδα (Καμάρι Βοιωτίας 1, Ελευσίνα 1, Θεσσαλονίκη 1, Δρέπανο Αχαϊας 1) + δέκα (-10-) στο εξωτερικό (U.S.A. 2, Αίγυπτος 2, Τουρκία 1, Βουλγαρία 1, Σερβία 1, Αλβανία 1, Σκόπια 1, Κόσοβο 1 )

  2. ΑΓΕΤ «ΗΡΑΚΛΗΣ» (Lafarge Group) στην Ελλάδα (Βόλος 1, Μηλάκι Αλιβερίου 1, Χαλκίδα 1 σε διακοπή λειτουργίας)

  3. Τσιμέντα «ΧΑΛΥΨ» (Italcementi Group) στην Ελλάδα (Ασπρόπυργος 1).


Στο Σχήμα 1 (χάρτης), δίνονται οι θέσεις των ελληνικών τσιμεντοβιομηχανιών και των κέντρων μεταφοράς και διανομής τσιμέντου για την εξυπηρέτηση των μονάδων παραγωγής σκυροδέματος και των άλλων επιχειρήσεων του κλάδου.

 

2Σχήμα 2. Ετήσια παραγωγική ικανότητα ελληνικής τσιμεντοβιομηχανίας.

Η ετήσια παραγωγική δυναμικότητα των ελληνικών εργοστασίων παραγωγής τσιμέντου ανέρχεται σε 16 εκατ. τόνους περίπου (Σχημα 2).

Η ετήσια παραγωγή της ελληνικής τσιμεντοβιομηχανίας ανήλθε το 2007 σε 15.3 εκατ. τόνους τσιμέντου (Σχήμα 3), ενώ η εξέλιξη πωλήσεων φαίνεται στο Σχήμα 4. Το 35 % περίπου της παραγωγής εξάγεται σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις Η.Π.Α. και τις χώρες της Μ. Ανατολής και της Αφρικής, ενώ το 65 % διατίθεται στην ελληνική αγορά.

Από το διατιθέμενο τσιμέντο στην ελληνική αγορά (Ι.Ο.Β.Ε, Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών), ποσοστό 70% διατίθεται χύμα και το 30% ενσακκισμένο. Το 80% του διατιθέμενου «χύμα» τσιμέντου στην ελληνική αγορά απορροφάται από τις εταιρείες παραγωγής έτοιμου σκυροδέματος και κονιαμάτων, το 12-15% από τις κατασκευαστικές εταιρείες και το 5-8% από τις μονάδες παραγωγής προϊόντων τσιμέντου.

Στο (Σχήμα 5) φαίνονται οι πρώτες ύλες, τα προϊόντα και τα πεδία εφαρμογής της των προϊόντων της βιομηχανίας τσιμέντου και σκυροδέματος.

3  Σχήμα 3. Eτήσια (2007) ελληνική παραγωγή τσιμέντου: 15.331.000 τόνους περίπου.

4  Σχήμα 4. Εξέλιξη πωλήσεων του παραγόμενου τσιμέντου στην Ελλάδα.

5Σχήμα 5. Πρώτες ύλες και προϊόντα (πεδία εφαρμογής) της βιομηχανίας τσιμέντου και σκυροδέματος.

 

Τσιμέντο

6   Εικόνα 1. Πρώτες ύλες παρασκευής
   σκυροδέματος

Το σκυρόδεμα (beton), όπως προαναφέρθηκε, είναι σήμερα το συνηθέστερο δομικό υλικό για τις κατασκευές κτιρίων και έργων κοινής ωφέλειας, το οποίο παρασκευάζεται από την ανάμειξη των παρακάτω πρώτων υλών (Εικόνα 1).

Το τσιμέντο, λόγω του υψηλότερου κόστους ανά μονάδα μάζας στη σύνθεση του σκυροδέματος και των ιδιοτήτων του, είναι η βασικότερη από τις χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες στην παραγωγή του σκυροδέματος. Το τσιμέντο σε ανάμειξη με το νερό (τσιμεντόπαστα) δρα ως συνδετικό υλικό των χονδρομερών και λεπτομερών αδρανών, που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή του σκυροδέματος.

Υπάρχουν πολλών ειδών τσιμέντα, με συνηθέστερο αυτό που καλείται κοινό τσιμέντο Portland (OPC, Ordinary Portland Cement). Το κοινό τσιμέντο είναι ένα γκρίζο λεπτομερές υλικό, που προκύπτει από τη λειοτρίβηση του προϊόντος της τσιμεντοβιομηχανίας που είναι το κλίνκερ (clinker).

Η τιμή πώλησης του τσιμέντου (αξία) προς βάρος είναι πολύ μικρή, γεγονός που το κάνει να είναι πολύ ακριβό (ασύμφορο) για μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις. Επίσης, επειδή οι πρώτες ύλες (θραυσμένος ασβεστόλιθος, αργιλικά πετρώματα, χαλαζιακά πετρώματα, σιδηρομετάλλευμα, βωξίτης) για την παραγωγή του τσιμέντου είναι ακόμη χαμηλότερης αξίας, για την ελαχιστοποίηση του κόστους μεταφοράς των πρώτων υλών, οι τσιμεντοβιομηχανίες χωροθετούνται πολύ κοντά στις πηγές πρώτων υλών (ιδιαίτερα κοντά στο λατομείο ασβεστολιθικού πετρώματος (Εικόνα 2)

Η μεγαλύτερη ποσότητα του παραγόμενου τσιμέντου, για τους παραπάνω λόγους, πρέπει να διατίθεται σε περιοχές και μονάδες παραγωγής σκυροδέματος σχετικώς κοντά (0-80 km) στα εργοστάσια παραγωγής του, εκτός των περιπτώσεων μαζικής μεταφοράς (με πλοία ως τσιμέντο «χύδην) στις οποίες μειώνεται η επιβάρυνση ανά τόννο μεταφερόμενου τσιμέντου.

Οι πρώτες ύλες (πετρώματα, μεταλλεύματα), το προϊόν (κλίνκερ, clinker) και οι προσθήκες (γύψος) στην παραγωγή τσιμέντου δίνονται στην (Εικόνα 3)

7Εικόνα 2. Λατομείο εξόρυξης ασβεστολίθου    8Εικόνα 3. Πρώτες ύλες, ενδιάμεσα προϊόντα, προσθήκες και τελικό προϊόν στη διεργασία παραγωγής τσιμέντου.

 

Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΤΣΙΜΕΝΤΟΥ


Οι πρώτες ύλες

Η σημαντικότερη πρώτη ύλη για την παραγωγή του κλίνκερ τσιμέντου είναι τα ασβεστολιθικά πετρώματα, τα οποία εξορύσσονται επιφανειακά σε λατομεία κοντά στην τσιμεντοβιομηχανία. Ποσοστό περίπου 80% από τους 1.60-1.65 τόνους πρώτων υλών, που απαιτούνται για την παραγωγή 1 τόνου κλίνκερ, είναι ασβεστολιθικό υλικό, οπότε είναι προφανής η αναγκαιότητα γειτνίασης της θέσης εξόρυξης ασβεστολιθικών πετρωμάτων και της μονάδας παραγωγής κλίνκερ τσιμέντου. Ενισχυτική της παραπάνω απαίτησης είναι η μεγάλη δυναμικότητα (1.5-2.0 εκατ. τόνοι) των συνήθων τσιμεντοβιομηχανιών (Εικόνα 4), οπότε είναι φανερή η απαιτούμενη ετησίως ποσότητα των ασβεστολιθικών πετρωμάτων μιας τσιμεντοβιομηχανίας, που ανέρχεται σε 2.2-3.3 εκατ. τόνους ασβεστολίθου.

Η διαδικασία παραγωγής τσιμέντου

9Εικόνα 4. Διάγραμμα ροής παραγωγικής διαδικασίας τσιμέντου.

Το μείγμα των κύριων πρώτων υλών (θραυσμένος ασβεστόλιθος, αργιλικά πετρώματα) προ-ομογενοποιούνται σε κατάλληλη αναλογία μεταξύ τους σε σωρούς (επιμήκεις ή κυκλικούς) και κατόπιν αναμειγνύονται σε κατάλληλη αναλογία με τις διορθωτικές ύλες (χαλαζιακά πετρώματα, σιδηρομετάλλευμα, βωξίτης, κ.α.) και λειοτριβούνται στο μύλο «φαρίνας». Το λειοτριβημένο μείγμα πρώτων υλών («φαρίνα») ομογενοποιείται σε silo και κατόπιν τροφοδοτείται σε περιστροφική κάμινο (rotary kiln) και υποβάλλεται σε πυρομεταλλουργική κατεργασία. Στην περιστροφική κάμινο (Εικόνα 5), η «φαρίνα», με χρήση καυσίμων (φυσικό αέριο, μαζούτ, petcoke, γαιάνθρακες ή και εναλλακτικά καύσιμα), θερμαίνονται σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες 1400-1500oC. Έτσι, με φυσικοχημικές διεργασίες, και με τη βοήθεια της περιστροφής της καμίνου μετατρέπονται σε ένα υλικό γκριζοπράσινου χρώματος. Τα τεμάχια του προϊόντος έχουν σφαιροειδή μορφή διαμέτρου 10-25 mm (Εικόνα 6), το οποίο ονομάζεται κλίνκερ τσιμέντου.

Μετά την παραγωγή του κλίνκερ στην περιστροφική κάμινο, αυτό ψύχεται και κατόπιν αναμειγνύεται με 5% περίπου κατά βάρος γύψο. Κατόπιν, το μίγμα κλίνκερ-γύψου αλέθεται σε ειδικούς μύλους μέχρι πολύ μικρό μέγεθος κόκκων (μικρότερο από 90 μm), που αποτελεί το τσιμέντο. Στη συνέχεια, αποθηκεύεται σε silo και κατόπιν συσκευάζεται σε χάρτινα σακκιά ή μεταφέρεται και πωλείται χύμα με ειδικά φορτηγά ή με πλοία που έχουν στεγανές δεξαμενές για προστασία από την υγρασία, η οποία προσβάλλει το τσιμέντο και καταστρέφει τις ιδιότητές του.

 

 

 10Εικόνα 5. Περιστροφική κάμινος κλίνκερ τσιμεντοβιομηχανίας    11Εικόνα 6. Σφαιρίδια (pellets) μεγέθους 15-25 mm του κλίνκερ τσιμέντου
(προϊόν της διεργασίας πυροσυσσωμάτωσης στην περιστροφική κάμινο).